αυτογαμία

αυτογαμία
η биол автогамия

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Смотреть что такое "αυτογαμία" в других словарях:

  • αυτογαμία — Φυλετική διαδικασία που παρατηρείται κατά την αυτογονιμοποίηση των φυτών καθώς και σε μερικά πρωτόζωα και σε διάτομα. Στις περιπτώσεις αυτές ο πυρήνας του αναπαραγωγικού κυττάρου ή του μονοκύτταρου οργανισμού διαιρείται σε δύο και μετά από μια… …   Dictionary of Greek

  • άνθος — Βασικό τμήμα κάθε φυτού, αν και υπάρχουν φυτά που δεν ανθοφορούν.Λέγεται και λουλούδι. Το ά. είναι το μέρος του φυτού που περιέχει τα όργανα της εγγενούς αναπαραγωγής· κατά κανόνα είναι το πιο όμορφο, το πιο φανταχτερό και το πιο ευωδιαστό μέρος… …   Dictionary of Greek

  • ανθός — Βασικό τμήμα κάθε φυτού, αν και υπάρχουν φυτά που δεν ανθοφορούν.Λέγεται και λουλούδι. Το ά. είναι το μέρος του φυτού που περιέχει τα όργανα της εγγενούς αναπαραγωγής· κατά κανόνα είναι το πιο όμορφο, το πιο φανταχτερό και το πιο ευωδιαστό μέρος… …   Dictionary of Greek

  • αυτοεπικονίαση — Το φαινόμενο κατά το οποίο στο στίγμα του υπέρου ενός αρρενοθήλεος άνθους προσκολλάται γύρη από τους ανθήρες του ίδιου άνθους. Αυτή η μορφή γονιμοποίησης ονομάζεται και αυτογαμία και παρουσιάζει το βασικό μειονέκτημα ότι δεν εξασφαλίζει… …   Dictionary of Greek

  • Βάγκνερ, Μόριτς — (Moriz Wagner, 1813 1887). Γερμανός εθνολόγος, αδελφός του φυσιολόγου Ροδόλφου Βάγκνερ. Ασχολήθηκε με την επιστήμη της εθνολογίας και έκανε πολλά επιστημονικά ταξίδια στη Β Αφρική, τον Καύκασο, την Αρμενία, το Κουρδιστάν, την Περσία, τον Καναδά,… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»